Τετάρτη 16 Ιουνίου 2010

Αγρίμια του Ερέβους




Ο Λύκος
το αγαπημένο ζώο του Απόλλωνα
σημαίνει ΦΩΣ
από την λέξη "Λύκη"
Από αυτήν την λέξη
όλα όσα μεταφέρουν το φώς της μάθησης,
μα και την μάθηση του φωτός,
ονομάζονται Λύκεια,
ευλογημένα πάντα
από το ιερό Απολλώνιο Φώς.

Τώρα πιά ,
άλλα αγρίμια που κυνηγούν ,
να ξεσκίσουν κάθε ζωή ,
κάθε Αγάπη ,
κάθε ελευθερία ,
έχουν το θράσος να ονομάζονται Λύκοι.
Ομως το δικό τους φώς ,
είναι μόνο αυτό του Ερέβους.

Μα κάπου μέσα στο δάσος ,
τα μάτια των Λύκων του Απόλλωνα ,
τους παρακολουθούν .
Και αυτοί το νιώθουν.

.
Καμία καρδιά
κοντά στο Φώς
δεν είναι απροστάτευτη
.
.
.
.
Περπατώ, περπατώ εις το δάσος
όταν ο λύκος δεν είναι εδώ.
Λύκε, λύκε είσαι εδώ..;

Λύκε..;

Μ έσυρες έξω απ το σπίτι στα τέσσερά μου χρόνια.
Ξεροστάλιαζα στα χαλάσματα.
Στην άκρη της πόλης,
εκεί στην άκρη του αγνώστου.
Για ένα σου μόνο βλέμμα.
Μ έβρισκες τότε πολύ μικρή.
Η νίκη σου πάνω μου δεν θα χε αξία.
Και ύπουλα περίμενες την εφηβεία,
να τρυπώσεις στο σώμα μου,
να μου κρυφτείς εκεί και να νιώθω από μέσα την καυτή,
βρωμερή σου ανάσα.
Η πείνα σου κατοίκησε τα μάτια μου.
Το ουρλιαχτό σου στοίχειωσε το τραγούδι μου.
Η ψυχή μου αγρίεψε.
Κι αφού καταβρόχθισες τα χρόνια μου
κι όλα τα ευγενικά μου δώρα,
άρχισες να κυνηγάς σώματα ξένα.
Έγινα σκιά σου.
Όμως τέρας, σπάνια έβγαινες πια στο φως.
Και για να γλιτώσεις από μένα,
τρύπωνες όλο και πιο πολύ στο πιο βαθύ σκοτάδι.

Δεν λέω, υπήρξαν και καλές στιγμές.
Κάποιες φορές πλημμύριζε ο ουρανός σου άστρα.
Για λίγο, για όσο κρατάει ένα βλέμμα.
Κι έπειτα κάθαρμα,
μ έσερνες όλο και πιο βαθιά στο σκοτεινό σου δάσος.
Σ ένα κυνήγι, ανελέητο.
Χειρότερα κι από αγρίμια μπλεχτήκαμε σε πάλη ως εσχάτων,
ξεσκίσαμε την ψυχή μας, πασαλειφτήκαμε αίμα.
Μ έμαθες να ζητάω για να σε δω να δίνεις,
όχι σε μένα, αλλού.
Ώσπου γέρασα μαλάκα
Και τώρα, έτσι κι αλλιώς,
δεν είμαι πια για σένα.
Κι εσύ,
που όλα όσα θέλησα τα μπόρεσες,
δεν είσαι πια για μένα.

Λύκε μου, πήγαινέ με πίσω,
να πάρουμε το παραμύθι απ την αρχή.
Βάλε μου δράκους,
βάλε μου μάγισσες,
δεν θα κωλώσω.
Μονάχα εκεί, στην άκρη άκρη,
βάλε ένα σπίτι μ ένα φωτάκι τόσο δα.
Να, ένα τόσο δα μικρό φωτάκι.
Για να χω την ψευδαίσθηση,
πως ίσως κάποιος εκεί,
κρατάει αναμμένη μια φωτιά,
κι ότι με περιμένει.

Σ αφήνω λύκε.
Κι εσύ που τ όνομά σου στ αρχαία χρόνια ήτανε φως,
μείνε και ψόφα στο σκοτάδι.
Πάω να βρω τους φίλους μου.
Θα πω τ ανομολόγητα
και θα σε καταδώσω .-
.
.

.
.
.
Η Ελεύθερη Ποιηση που απαγγέλθηκε γραφτηκε από την Τανια Τσανακλιδου
Μουσική : Μιχάλης Δ.

Προ-Βληματικές ΣημειΏσεις ενος τρελού, στο ΑγριοΛόγιο 2016

Συνοδηπόροι

Αρχειοθήκη ιστολογίου